Καθώς ξεκινά το 2022, όπου θα κυριαρχήσει επιθετικά η παραλλαγή «Ομικρον» του κορωνοϊού, είναι χρήσιμο να επιχειρηθεί ένας συνοπτικός απολογισμός των σημαντικότερων συνεπειών της πανδημικής κρίσης τα δύο πρώτα χρόνια, 2020 και 2021, στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο και να ιχνηλατηθούν οι προοπτικές της.
Η πρώτη επίπτωση της πανδημίας στην πολιτική είναι ο περιορισμός της ελευθερίας, με την επιβολή περιοριστικών μέτρων από το κράτος, ακόμη και σε χώρες με φιλελεύθερη παράδοση, όπως είναι οι βορειότερες χώρες της Ευρώπης, πράγμα που οδηγεί σε κινήματα υπεράσπισης της ελευθερίας των πολιτών. Ταυτόχρονα, η πανδημία υποκινεί υπόγεια ρεύματα προνεωτερικών αντιλήψεων με μεταφυσικού περιεχομένου δοξασίες, κυρίως σε χώρες ύστερης ανάπτυξης του ορθολογισμού, όπως είναι τα Βαλκάνια και οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης, ενώ οι συχνές παλινωδίες της κρατικής παρέμβασης κλονίζουν την αναγκαία εμπιστοσύνη όλων των πολιτών στο κράτος.
Η δεύτερη συνέπεια της πανδημίας είναι η επιβεβαίωση της κυριαρχίας του εθνικού κράτους, με εθνικά μέτρα προστασίας και ελέγχους στα εθνικά σύνορα, η οποία φαινόταν να υποχωρεί στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Βέβαια, η ταχύτατη διάδοση της πανδημίας μεταξύ των χωρών είναι απότοκος της παγκοσμιοποιημένης οικονομικής και κοινωνικής ζωής των ανθρώπων. Και όμως, οι περιορισμοί στο εθνικό επίπεδο υποδηλώνουν ότι το εθνικό κράτος είναι ακόμη υπαρκτό και ισχυρό.
Η τρίτη συνέπεια της πανδημίας αφορά την οικονομική πολιτική του κράτους. Προς το κράτος στρέφονται οι πολίτες, προκειμένου να αποζημιωθούν από την οικονομική καταστροφή που προκαλεί η πανδημία σε πολλούς κλάδους παραγωγής (μεταφορές ανθρώπων, τουρισμός, εστίαση, ψυχαγωγία κ.λπ.). Το κράτος, τουλάχιστον στον αναπτυγμένο κόσμο, αναβιώνει την κεϋνσιανή οικονομική πολιτική με τεράστιες κρατικές δαπάνες και συνεπώς δημοσιονομικά ελλείμματα, ακόμη και σε χώρες-φρουρούς της αυστηρής δημοσιονομικής διαχείρισης, όπως π.χ. η Γερμανία.
Σημειώνεται ακόμη ότι η πανδημία ενίσχυσε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, καθώς η οικονομική πολιτική των κρατών της Ευρώπης συμπληρώθηκε με αλληλεγγύη από την Ευρωπαϊκή Ενωση με τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εφάρμοσε πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης αγοράζοντας κρατικούς τίτλους από όλες τις χώρες-μέλη, ακόμη και από αυτές των οποίων τα ομόλογα δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα, όπως η Ελλάδα, προκειμένου με φθηνό χρήμα να διευκολύνει την οικονομική ανάπτυξη.
Στο επίπεδο της διάρθρωσης της οικονομίας, η σημαντικότερη επίπτωση είναι η όξυνση των ανισοτήτων μεταξύ των τομέων και κλάδων μιας οικονομίας. Οι κλάδοι της πληροφορικής και των επικοινωνιών αναπτύχθηκαν ραγδαία, ενώ αντίθετα οι πιο παραδοσιακοί κλάδοι του τουρισμού και της εστίασης επλήγησαν πολύ σοβαρά. Οι ανισότητες δεν αφορούν μόνο το εσωτερικό των χωρών, αλλά επεκτείνονται και μεταξύ των χωρών που παράγουν προϊόντα ψηφιακής τεχνολογίας και αυτών που τα χρησιμοποιούν, διευρύνοντας έτσι το χάσμα μεταξύ αναπτυγμένων και υποανάπτυκτων χωρών.
Επιπλέον, ο τομέας της ενέργειας επλήγη αρχικά από τα περιοριστικά μέτρα μετακίνησης των ανθρώπων και γενικότερα από τη μείωση της παραγωγής διεθνώς, με αποτέλεσμα να περιοριστεί η προσφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου για να συγκρατηθεί η πτώση των τιμών τους. Στη συνέχεια, όμως, μετά τους εμβολιασμούς, η απότομη αύξηση της ζήτησης οδήγησε σε αύξηση των τιμών μέσα σε ένα περιβάλλον που ευνοεί την κερδοσκοπία και τα γεωπολιτικά παίγνια. Παρόμοια εξέλιξη (μείωση παραγωγής αρχικά και απότομη αύξηση της ζήτησης μετά) υπήρξε στις πρώτες ύλες και στα βασικά αγροτικά προϊόντα, με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών τους και την αναβίωση του πληθωρισμού της δεκαετίας του 1970 σε χώρες στις οποίες είχε ξεχαστεί (Ευρώπη, ΗΠΑ κ.λπ.).
Μεγάλο δίλημμα της οικονομικής πολιτικής είναι το αν πρέπει να περιοριστεί η νομισματική ποσοτική χαλάρωση και να αυξηθούν τα επιτόκια, προκειμένου να τιθασευτεί ο πληθωρισμός. Αυτό θα προκαλέσει σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής ανάκαμψης, που είναι αναγκαία μετά την καθήλωση της οικονομίας λόγω της πανδημίας, ενώ θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο τις υπερχρεωμένες χώρες ( π.χ. Ελλάδα). Το άλλο μεγάλο δίλημμα είναι αν πρέπει τα κράτη να επιβάλουν και πάλι σοβαρά περιοριστικά μέτρα προστασίας που θα πλήξουν την οικονομία και θα οδηγήσουν σε νέες κρατικές παροχές, σε δημιουργία νέων ελλειμμάτων και σε συσσώρευση νέων χρεών.
Τέλος, η επίπτωση της πανδημίας στην κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων μελετάται από τους ειδικούς. Η περισσότερο προφανής είναι ότι ο εγκλεισμός έχει οδηγήσει πολλούς ανθρώπους σε κατάθλιψη, ενώ έχει αυξήσει την επιθετικότητα, ακόμη και μέσα στην οικογένεια. Ο φόβος της αρρώστιας έχει οδηγήσει στην απομάκρυνση των ανθρώπων, πράγμα που δεν συνάδει με την ανθρώπινη ανάγκη για επικοινωνία. Ταυτόχρονα, οι θάνατοι από τον κορωνοϊό και η αποφυγή νέων γεννήσεων εντείνουν το δημογραφικό μαρασμό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα.
Στο κατώφλι της νέας χρονιάς, του 2022, οι προοπτικές εξέλιξης της πανδημίας δεν μπορούν να εκτιμηθούν με ασφάλεια. Υπάρχουν, όμως, μερικές ελπιδοφόρες ενδείξεις ότι η νέα παραλλαγή «Ομικρον», ενώ είναι πολύ περισσότερο μεταδοτική, είναι ίσως λιγότερο επιβλαβής για την υγεία. Αυτό ίσως σημαίνει ότι μια νεότερη παραλλαγή μπορεί να μη διαφέρει από τη συνηθισμένη γρίπη, πράγμα που μάλλον θα οδηγήσει στο τέλος της πανδημίας το 2022. Ομως, οι συνέπειές της στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία θα παραμείνουν.
REAL.GR (3/1/2022)