Φαίνεται ότι κυβέρνηση και δανειστές έχουν καταλήξει σε συµφωνία για το κλείσιµο της δεύτερης αξιολόγησης. Θα µπορούσατε να µας δώσετε επιγραµµατικά τους άξονες της συµφωνίας αυτής;
Αυτή τη στιγµή δεν είναι διαθέσιµες οι λεπτοµέρειες της συµφωνίας µεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών της για το κλείσιµο της δεύτερης αξιολόγησης. Ωστόσο, σε γενικές γραµµές διαπιστώνουµε ότι ακόµη µια φορά πρόκειται για περιοριστικά µέτρα που θα «αποδώσουν» 1% του ΑΕΠ από τη µείωση των συντάξεων και 1% του ΑΕΠ από τη µείωση του αφορολόγητου ορίου, ώστε να πληρώνουν φόρους και τα χαµηλότερα εισοδήµατα. Τα µέτρα αυτά θα ισχύσουν το 2019 και το 2020 και αν επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσµατα 3,5% του ΑΕΠ, θα συνοδευτούν από αντισταθµιστικά µέτρα ισοδύναµου δηµοσιονοµικού αποτελέσµατος, µέσω ελαφρύνσεων των συντελεστών φορολόγησης, του ΕΝΦΙΑ κ.λπ.
Θεωρείτε ότι η συµφωνία, έτσι όπως περιγράφεται, είναι επωφελής ή κακή για τη χώρα και την οικονοµία της;
Η αφαίρεση πόρων από την ελληνική οικονοµία, είτε µε τη µορφή µείωσης των συντάξεων είτε µε τη µορφή µείωσης των αφορολόγητων ορίων, της τάξης του 2% του ΑΕΠ συνολικά, προφανώς θα επηρεάσει αρνητικά την κατανάλωση και συνεπώς την νάπτυξη, ιδίως επειδή αφορά χαµηλά εισοδηµατικά στρώµατα που έχουν µεγάλη ροπή προς την κατανάλωση. Όµως, αν τελικά επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσµατα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ, και συνεπώς εφαρµοστούν τα αντισταθµιστικά µέτρα που αναφέρθηκαν, το τελικό αποτέλεσµα στον κρατικό προϋπολογισµό θα είναι µηδενικό και εποµένως θα υπάρξει ασήµαντο αποτέλεσµα στη συνολική ζήτηση.
Η συµφωνία κυβέρνησης-δανειστών έρχεται µε µεγάλη καθυστέρηση. Πού αποδίδετε εσείς τη µακρά διάρκεια των διαπραγµατεύσεων; Θεωρείτε ότι, εκ του αποτελέσµατος, άξιζε ο κόπος;
Η καθυστέρηση στην επίτευξη συµφωνίας για το κλείσιµο της δεύτερης αξιολόγησης οφείλεται εν µέρει στις διαφωνίες των δανειστών µας, κυρίως µεταξύ της Γερµανίας και του ∆ΝΤ, σχετικά µε το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσµατος και τη βιωσιµότητα του χρέους. Ωστόσο, φαίνεται ότι και η ελληνική πλευρά προσπάθησε µέσω της παράτασης της διαπραγµάτευσης να περιορίσει τις απαιτήσεις των δανειστών µας, πράγµα που σε κάποιον βαθµό το πέτυχε. Όµως το κόστος της καθυστέρησης ήταν µάλλον δυσανάλογο σε σχέση µε το όφελος.
Από δω και πέρα τι περιµένετε ότι θα γίνει;
Εφόσον οριστικοποιηθεί η συµφωνία και κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, όπως φαίνεται αυτή τη στιγµή, οι µεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης που σήµερα υπάρχουν στην ελληνική οικονοµία εξαρτώνται από το κατά πόσο όχι µόνο η κυβέρνηση αλλά όλα τα κόµµατα θα αντιληφθούν ότι ο µόνος τρόπος για να ξεφύγει η χώρα από τα µνηµόνια είναι να εφαρµόσει επιτέλους ένα εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο µε στοιχειώδη συναίνεση στις βασικές του επιδιώξεις. Ένα σχέδιο µε προτεραιότητα στην εκπαίδευση, στην έρευνα και στην καινοτοµία, που θα δηµιουργεί προϋποθέσεις για επενδύσεις σε τοµείς όπου η Ελλάδα έχει πλεονέκτηµα (τρόφιµα, τουρισµός, ενέργεια, ναυτιλία κ.ά.).
Το νέο ελληνικό «δράµα» έρχεται σε µια ταραχώδη περίοδο – Brexit, εκλογές σε Γαλλία και Γερµανία– για την Ευρώπη. Θεωρείτε ότι η περιρρέουσα ατµόσφαιρα έπαιξε κάποιον ρόλο;
Η κατάσταση στην Ε.Ε., τόσο η συγκυρία των εκλογών σε Γαλλία και Γερµανία όσο και η έξοδος της Βρετανίας, δηµιουργεί προφανώς ένα ευρύτερο περιβάλλον αστάθειας που επηρεάζει το ελληνικό «δράµα». Προφανώς υπάρχουν και θετικές πλευρές στο ζήτηµα, καθώς θα µπορούσε να διακρίνει κανείς στους δανειστές µια διάθεση ευνοϊκής ρύθµισης των ελληνικών προβληµάτων µπροστά στα πολύ µεγαλύτερα προβλήµατα που αντιµετωπίζει σήµερα η Ε.Ε.
Μιλώντας για την Ευρώπη, πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα βιβλίο, µε τίτλο «Ευρωπαϊκή Ένωση – ∆ηµιουργία, εξέλιξη, προοπτικές», το οποίο επιµεληθήκατε. Μπορείτε να µας πείτε τι ακριβώς πραγµατεύεται;
Πράγµατι, το εγχείρηµα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, που φέτος κλείνει τα 60 χρόνια του, αποτελεί ένα µοναδικό πολιτικό και οικονοµικό φαινόµενο, το οποίο χρειάζεται συστηµατική µελέτη. Στο συλλογικό βιβλίο που επιµελούµαι, γράφουν 25 καθηγητές από σχεδόν όλα τα πανεπιστήµια της χώρας µας, εξειδικευµένοι σε διαφορετικές πλευρές της Ε.Ε. Όλοι µαζί προσπαθούµε να δώσουµε απαντήσεις σε κρίσιµα ερωτήµατα που αφορούν όλες τις πλευρές του ευρωπαϊκού φαινοµένου. Φαίνεται ότι µέσα από µεγάλα επιτεύγµατα και σοβαρές κρίσεις η Ε.Ε. έφτασε σήµερα να αντιµετωπίζει τη σοβαρότερη ίσως πρόκληση. Πώς θα αντιµετωπίσει την αναζωπύρωση του εθνικισµού που απειλεί την ίδια την ύπαρξή της; Πώς θα ξεπεράσει
την οικονοµική κρίση και πώς θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών της, ανακτώντας τη χαµένη νοµιµοποίησή της;
Από τα κείµενα του βιβλίου ποιο συµπέρασµα µπορεί να εξαχθεί για το µέλλον της Ε.Ε.;
Από την απάντηση που θα δοθεί στα παραπάνω ερωτήµατα θα εξαρτηθεί και το µέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι απαντήσεις που επιχειρούνται στο επετειακό κείµενο της Ρώµης, µε την προοπτική µιας Ε.Ε. αλά καρτ, δεν φαίνεται να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των πολιτών, οι οποίοι θα ήθελαν µια περισσότερο δηµοκρατική και κοινωνική Ευρώπη, που θα ασχολείται µε τα προβλήµατά τους και θα µειώνει τις κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες.
Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο τοµέας που θα βαρύνει περισσότερο στις εξελίξεις και στις προοπτικές για την Ε.Ε. στο κοντινό µέλλον, µε βάση και το βιβλίο που επιµεληθήκατε;
Η εµβάθυνση της δηµοκρατίας στην Ε.Ε. και η επιστροφή της πολιτικής µετά από µια µεγάλη περίοδο «άχρωµων» τεχνοκρατικών, δήθεν µοναδικών, απαντήσεων στα προβλήµατα της Ευρώπης µπορεί να είναι ο µοναδικός τρόπος για να αντιµετωπιστεί η σηµερινή πολύπλευρη υπαρξιακή κρίση στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αν δεν γίνει αυτό, οι πολίτες όλο και περισσότερο θα «σαγηνεύονται» από τις σειρήνες του εθνικισµού και της επιστροφής στο εθνικό κράτος ως λύση στα προβλήµατά τους, η οποία ενθαρρύνεται και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Κατά την άποψή σας, το Brexit αποτελεί την αρχή του τέλους για την Ένωση ή µια ευκαιρία για περισσότερη Ευρώπη;
Η έξοδος της Βρετανίας από την Ε.Ε., παρά τα προβλήµατα που δηµιουργεί, ιδίως στη χρηµατοδότηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισµού και στην αµυντική θωράκιση της Ε.Ε., θα µπορούσε να αποτελέσει µια ευκαιρία για «επανεκκίνηση» της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι η απουσία της Βρετανίας δεν θα ενδυναµώσει τις ηγεµονικές τάσεις της Γερµανίας αλλά, αντίθετα, θα λειτουργήσει ως προειδοποίηση για µια περισσότερο συµµετρική, δηµοκρατική και συναινετική διαδικασία λήψης αποφάσεων απ’ όλα τα κράτη-µέλη της Ε.Ε
FREE SUNDAY, 16.04.2017