Το τελευταίο διάστημα οι σχέσεις της χώρας μας με τους δανειστές της, δηλ. την ΕΕ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το ΔΝΤ, έχουν περάσει από πολλές διακυμάνσεις. Οι ρόλοι των τριών εκπροσώπων των δανειστών μας (τρόικα) εναλλάσσονται συχνά και θυμίζουν την κλασική ταινία «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος».
Κατά την περίοδο της διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ εμφανιζόταν ως περισσότερο απαιτητικός για να αναλάβει η χώρα μας περισσότερες δεσμεύσεις προκειμένου να εκταμιευτεί η δόση του δανείου.
Λίγο αργότερα το ΔΝΤ έθετε ζήτημα μείωσης του χρέους της χώρας μας στο 120% του ΑΕΠ το 2020, προκειμένου να γίνει « βιώσιμο», απαιτώντας από τους άλλους δύο, ΕΕ και ΕΚΤ, να συμφωνήσουν στο «κούρεμα» των δανείων που έχουν χορηγήσει στη χώρα μας οι χώρες-μέλη και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα.
Αυτή η απαίτηση δεν έγινε τελικά δεκτή, αλλά συνέβαλε στον συμβιβασμό για επαναγορά από τη χώρα μας των ομολόγων των ιδιωτών περίπου στο 30% της ονομαστικής τους αξίας μέσω χαμηλότοκου δάνειου 11,3 δισ. Ετσι επετεύχθη περικοπή 30 δισ. από το χρέος της χώρας μας.
Με αυτόν τον τρόπο το ΔΝΤ άλλαξε ρόλο και εμφανίστηκε ως αντικειμενικός σύμμαχός μας στην προσπάθεια να μειώσουμε το χρέος με κάθε τρόπο, ενώ αντίθετα η ΕΕ και η ΕΚΤ φάνηκαν πολύ «σκληρότεροι». Σήμερα η ΕΕ και η ΕΚΤ χορηγούν στη χώρα μας 49,1 δισ. ευρώ, ενώ το ΔΝΤ μόνο 3,3 δισ. ευρώ και μάλιστα αργότερα, εμφανιζόμενο και πάλι ως πιο «αδιάλλακτο» προκειμένου η χώρα μας να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Αυτή η μειωμένη συμμετοχή του ΔΝΤ στη δανειοδότηση της χώρας μας ίσως υποκρύπτει διάθεση αποχώρησης από τη «διάσωση» χωρών-μελών της Ευρωζώνης.
Ενώ πριν από δύο χρόνια η ανάμειξη του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη ήταν καταδικαστέα σχεδόν από όλους, σήμερα φαίνεται να μην είναι θετική εξέλιξη.
Είναι προφανές ότι η μεταβλητότητα που επικρατεί στα δεδομένα της οικονομικής κρίσης δεν επιτρέπει ούτε φιλίες, ούτε συμπάθειες και αντιπάθειες μπροστά στην εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων
ΕΘΝΟΣ 17/12/12